Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Σίμωνος Πέτρας, λεγόμενη και Σιμωνόπετρα είναι μία από τις είκοσι μονές του Αγίου Όρους και κατατάσσεται δέκατη τρίτη στην ιεραρχική τάξη των αθωνικών μονών.
Βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρων από τη θάλασσα πάνω σε βράχο από γρανίτη. Η μονή είναι ένα από τα τολμηρότερα οικοδομήματα της βυζαντινής μηχανικής, καθώς αποτελεί ένα επταώροφο πυργωτό κτίριο. Το Καθολικό της μονής είναι αφιερωμένο στη Γέννηση του Χριστού.
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής είναι ο Αρχιμανδρίτης Ελισσαίος Σιμωνοπετρίτης.
Η ίδρυσή της οφείλεται στον Όσιο Σίμωνα, που ασκήτεψε στα μέσα του 13ου αιώνα σε σπήλαιο κοντά στη μονή, ο οποίος σε όραμα διείδε τη μελλοντική της ανοικοδόμηση. Στην αρχή της άσκησής του, από τους πολλούς χρόνους, που έμεινε συνολικά μέσα στο στενό και υγρό σπήλαιο, άκουσε μία φωνή, που ήταν η φωνή της Παναγίας, για να κτίσει την μονή πάνω στον απέναντι κωνικό βράχο. Στην αρχή δίστασε να το κάνει, αλλά στη συνέχεια, μετά και πάλι από το άκουσμα της φωνής της Παναγίας για δεύτερη και τρίτη φορά, που η φωνή της Θεοτόκου ήταν πιο επιτακτική, ξεκίνησε να κτίζει το μοναστήρι (το έτος 1257), το οποίο μετά από την υπόδειξη της Παναγίας ονομάστηκε Νέα Βηθλεέμ, προς τιμήν της Γεννήσεως του Χριστού, γι αυτό και εορτάζει στις 25 Δεκεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο, όπως όλες οι μονές του Αγίου Όρους).
Κατά τα έτη 1365 – 1371 η μονή ανακαινίστηκε και επεκτάθηκε από τον Σέρβο ηγεμόνα των Σερρών Ιωάννη Ούγγλεση. Το 1581 καταστράφηκε από πυρκαγιά στην οποία σκοτώθηκε μεγάλος αριθμός μοναχών. Τότε ο ηγούμενος της μονής, Ευγένιος, ταξίδεψε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες για τη διενέργεια εράνου. Ο τότε ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος ενδιαφέρθηκε για το μοναστήρι και του δώρισε σημαντική ακίνητη περιουσία, καθώς και τα ποσά για την ανοικοδόμηση της μονής. Η Μονή κάηκε συνολικά τρεις φορές. Τη σημερινή της μορφή την πήρε μετά την τελευταία μεγάλη πυρκαγιά του 1891