Η Ιφιγένεια εν Αυλίδι είναι τραγωδία που έγραψε ο Ευριπίδης, η οποία διδάχθηκε (παίχτηκε) το έτος 405 π.Χ., ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Ευριπιδη το 406 π.Χ., από τον γιο του ή τον εγγονό του. Γράφτηκε το έτος 407 π.Χ. κατά την παραμονή του ποιητή στην αυλή του βασιλιά Αρχελάου στην Μακεδονία. Αποτελούσε μέρος της τριλογίας “Βάκχες” και “Αλκμαίων ο δια Κορίνθου” (ελάχιστοι στίχοι από το οποίο έχουν διασωθει), η οποία κέρδισε το πρώτο βραβείο.
Αποτελεί την μόνη από τις σωζόμενες τραγωδίες του Ευριπίδη που ξεκινάει με διαλογική σκηνή, η οποία εκτυλίσσεται ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και τον γέροντα υπηρέτη του, και όχι με κάποιον πρόλογο.Το έργο εκτυλίσσεται βάσει του σχετικού μύθου της Ιλιάδας. Η επώνυμη ηρωίδα που βρίσκεται στις Μυκήνες προσκαλείται από τον πατέρα της βασιλιά Αγαμέμνονα στο στρατόπεδο των Αχαιών στην Αυλίδα λίγο πριν τον απόπλου για την (αποβατική) εκστρατεία της Τροίας με τη δικαιολογία δήθεν όπως παντρευτεί τον βασιλέα των Μυρμιδόνων Αχιλλέα. Στην πράξη, όμως για να θυσιαστεί στην θεά Άρτεμη υπέρ της πατρίδος.
Όταν όμως έφθασε συνοδευόμενη από την μητέρα της και έγινε γνωστός ο αληθής σκοπός της πρόσκλησης η μεν Κλυταιμνήστρα ικετεύει τον Αχιλλέα να σώσει την φημισμένη περί αυτού νύφη, η δε κόρη τον πατέρα της να μη προβεί σε τέτοια πράξη. Ο Αχιλλέας υπόσχεται να εμποδίσει την θυσία αλλά ο στρατός σε στασίαση απαιτεί την εκτέλεση της θυσίας. Και ενώ τα πράγματα περιπλέκονται η ευγενική ηρωίδα αποδέχεται να θυσιαστεί για την πατρίδα.
Ο Ευριπίδης είναι ο τρίτος της τριάδας των μεγάλων ποιητών της δραματικής ποίησης της αρχαίας Ελλάδας. Χαρακτηρίζεται ρεαλιστής συγγραφέας, καθώς δίνει τους χαρακτήρες των προσώπων των έργων του όπως είναι περίπου στην πραγματικότητα και «από σκηνής φιλόσοφος», επειδή αντιμετωπίζει στοχαστικά τα θέματα που επεξεργάζεται.