ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Η προσωπικότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου συγκεντρώνει ως σήμερα τον θαυμασμό του φιλίστορος κοινού σε Ανατολή και Δύση, επειδή εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο ως ανατροπέας -αρχικά μαζί με τον γαμβρό του Λικίνιο- της θρησκευτικής πολιτικής έναντι των χριστιανών, πολιτικής που εφάρμοσαν οι προκάτοχοί τους ρωμαίοι αυτοκράτορες. Σ’ αυτήν ακριβώς την πολιτική ανεξιθρησκίας και θρησκευτικών ελευθεριών στήριζε την δημιουργία μιας μονοκρατορικής εξουσίας, μεταφέροντας την ισχύ της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στην Ανατολή και θεμελιώνοντάς την σε μια νέα επτάλοφη πόλη που πήρε αργότερα το όνομά του ως πόλη του Κωνσταντίνου (Κωνσταντινούπολη). Είναι αλήθεια ότι το γνωστό ως «Διάταγμα των Μεδιολάνων», που αποτελεί συνομολογία μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Λικινίου κατά την εορτή των γάμων του Λικινίου με την Κωνστάντια στο Μεδιόλανο τον Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., δεν ήταν παρά μια επιστολή στην οποία ανανεώνονταν οι εντολές που δόθηκαν προς τους διοικητές της Ανατολής για τη μεταχείριση των χριστιανών που δεν διετάρασσαν τη δημόσια τάξη, βασισμένες στο διάταγμα του τετράρχη Γαλερίου (30 Απριλίου 311) στο τέλος ενός μάταιου διωγμού των χριστιανών που εφαρμόστηκε από τον ίδιο (303-311). Στη Δύση ο Κωνσταντίνος και οι άλλοι συναυτοκράτορες Μαξέντιος και Λικίνιος εφάρμοσαν μια προστατευτική πολιτική έναντι των χριστιανών που είχε ως εμπνευστή τον Κωνστάντιο Χλωρό, τον πατέρα του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος όχι μόνο ενστερνίστηκε την πολιτική της προστασίας των χριστιανών, αλλά προέβη και σε χορηγικές παραχωρήσεις προς τις εκκλησίες της Αφρικής, χωρίς ωστόσο να μεταβάλει τις προσωπικές του αντιλήψεις για τη θέση του στη ρωμαϊκή κοινωνία.