Η Ελένη Δημητρίου γράφει για τους Καλαρρύτες, «το άλλοτε κεφαλοχώρι κι αρχοντοχώρι
της Πίνδου, την αητοφωλιά και το στολίδι των Τζουμέρκων, με την πλούσια παράδοση και την
ακόμα πιο πλούσια ιστορία». Για το πόνημά της χρησιμοποίησε συνεντεύξεις με τις κυρίες και
τους κυρίους του χωριού, που γεννήθηκαν από το 1905 έως τον Γρηγόρη Μόκκα γενν. το 1956.
Ένα μεγάλο φάσμα μαρτυριών και προσωπικών της παρατηρήσεων που αναβιώνουν ολόκληρο τον κύκλο ζωής μιας απομακρυσμένης κοινότητας σε βάθος χρόνου.
Η αρετή του βιβλίου είναι η λιτή κι απέριττη γλώσσα. Γρήγορα και κοφτά η Ελένη Δημητρίου, χωρίς συναισθηματισμούς και παρελθοντολαγνεία με λόγο στιβαρό και περιγραφικό δίνει
πνοή σε μια τοιχογραφία που αρχίζει να παίρνει ζωή μπροστά στα μάτια μας, ακόμα και σε
μας που δεν έχουμε επισκεφθεί τον οικισμό. Η ανάπτυξη του πονήματος που παραμένει πιστό
σε πλήθος πληροφοριών, όχι μόνο μας οδηγεί στον τρόπο ζωής αυτών των ανθρώπων, αλλά
μας γεμίζει ευωδιές από τη φύση και τα ψητά τους. Στα αυτιά μας έρχονται οι μουσικές των
πανηγυριών και του γάμου. Εκείνη η παρηγορητική μουσική από τα μοιρολόγια. Στο λαρύγγι
μας ρέει το γλυκό κρασί του προξενιού και των αρραβώνων.